Echinococcosis | Εχινοκοκκίαση | Παρασιτική νόσος του ανθρώπου και των ζώων που προκαλείται από είδη ταινιών του γένους (Echinococcus spp). | |
Echinocytes | Εχινοκύτταρα | Μικρό παθολογικό ερυθροκύτταρο με ανώμαλη επιφάνεια όπου φέρει πληθώρα εξοχών. | |
Echocardiography/Echocardiogram | Ηχοκαρδιογράφημα | Yπερηχογραφική απεικόνιση της καρδιάς. | |
Edema | Οίδημα | Περίσσεια υγρού σε ένα οποιονδήποτε ιστό του σώματος είτε ενδοκυττάρια είτε εξωκυττάρια. | |
Effects | Παρενέργειες | Ανεπιθύμιτητες ενέργειες του οργανισμού όπως πυρετός μετά τη χορήγηση κάποιου φαρμάκου. | |
Egg | Ωάριο | Το γεννητικό κύτταρο (γαμέτης) των θηλυκών οργανισμών το οποίο βρίσκεται στην ωοθήκη. | |
Ehlers-Danlos syndrome | EDS | Σύνδρομο Ehlers-Danlos | Ομάδα ετερογενών κληρονομικών νοσημάτων του συνδετικού ιστού χαρακτηριζομένων ιστολογικά από ανώμαλη σύνθεση κολλαγόνου. |
Ejaculation | Εκσπερμάτιση | Η έξοδος του σπέρματος από το πέος. | |
Electrocardiogram | ECG | Ηλεκτροκαρδιογράφημα | Η καταγραφή της ηλεκτρικής δραστηριότητας της καρδιάς, η οποία αποτελείται από κύματα που ονομάζονται P, Q, R, S, T και καμιά φορά U. |
ElectroChemiLuminescese | ECL ή eCLIA | Ηλεκτροχημειοφωταύγεια | Ιδιαίτερα ευαίσθητη μέθοδος προσδιορισμού πολυπεπτιδίων με τον προσδιορισμό της έντασης του φωτός που παράγεται από αντιδράσεις που διαγείρονται ηλεκτρικά. |
Electroencephalography | Ηλεκτροεγκεφαλογραφία | Η ενίσχυση, καταγραφή και ανάλυση της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου. | |
Electrolyte | Ηλεκτρολύτης | Ουσία που σε υδατικό διάλυμα παρέχει ελεύθερα κινούμενα ιόντα, μετατρέποντας το σε ηλεκτρικά αγώγιμο. | |
Electromyography | Ηλεκτρομυογράφημα | Εξέταση με την οποία εκτιμάται η λειτουργία των περιφερικών νεύρων, δηλαδή των νεύρων του σώματος που βρίσκονται εκτός του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού | |
Electrophoresis | Ηλεκτροφόρηση | Ηλεκτροχημική μέθοδος διαχωρισμού ηλεκτρικά φορτισμένων σωματιδίων (συνήθως πρωτεϊνικής ή νουκλεϊνικής φύσεως) από ένα μίγμα τους. | |
Elliptocytes | Ελλειπτοκύτταρα | Μικρό παθολογικό ερυθροκύτταρο ελλειπτικού σχήματος. | |
EmA | EmA | Αντισώματα κατά του ενδομύιου | |
Emaciation | Απίσχνανση | Είναι η κατάσταση κατά την οποία παρατηρείται σημαντική ελάττωση ή και εξαφάνιση του λιπώδους ιστού του ατόμου. | |
Embryology | Εμβρυολογία | Κλάδος που μελετά τις φάσεις του σχηματισμού του εμβρύου και της ανάπτυξής του. | |
Emergency Department | ED | Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) | Το τμήμα επειγόνων περιστατικών των νοσοκομείων όπου ασκείται η επείγουσα ιατρική. |
Encephalitis | Εγκεφαλίτιδα | Φλεγμονή του εγκεφάλου που προκαλείται, συνήθως, από μια άμεση ιογενή λοίμωξη ή υπερευαίσθητη αντίδραση σε ιό ή ξένη πρωτεΐνη. | |
Endocrine system | Ενδοκρινικό Σύστημα | Το σύνολο των κυττάρων, αδένων και ιστών ενός οργανισμού που εκκρίνουν ορμόνες, οι οποίες απελευθερώνονται απ' ευθείας στην κυκλοφορία του αίματος με σκοπό τον έλεγχο διαφόρων λειτουργιών. | |
Endometritis | Ενδομητρίτιδα | Φλεγμονή του βλενογόνου της μήτρας. | |
Endoscope | Ενδοσκόπιο | Όργανο με οπτικό σωλήνα και σύστημα φωτισμού που εισέρχεται στις φυσικές κοιλότητες του σώματος για να τις εξετάσει. | |
Endothelium | Ενδοθήλιο | Μορφή πλακώδους επιθηλίου. | |
Enkephalin | Εγκεφαλίνη | Πενταπεπτίδιο με οπιοειδή δράση που παράγεται στον εγκέφαλο. | |
Entellan | Bάλσαμο του Καναδά | Μέσο στήριξης της καλυπτρίδας με την ανρικειμενοφόρο πλάκα. | |
Enzume linked Immuno – SPOT | ELISPOT | Ανοσοενζυμική μέθοδος κηλίδας | Μέθοδοι προσδιορισμού πρωτεινών όπου χρησιμοποιείται ως ιχνηθέτης ένζυμο και αντίστοιχο υπόστρωμα. |
EnzumeImmunoAssay | EIA | Ανοσοενζυμικός προσδιορισμός | Ανοσοχημική μέθοδος προσδιορισμού πολυπεπτιδίων που χρησιμοποιεί ως ιχνηθέτη ένζυμο που προκαλεί χρωματική αντίδραση κατά την ένωση του με το υπόστρωμα του. |
Enzume-Linked immunoSorbent Assay | ELISA | Ανοσοενζυμικός προσδιορισμός προσδεδεμένων αντισωμάτων | Μέθοδος προσδιορισμός πολυπεπτιδίων με την χρήση αντισωμάτων, με το ένα εξ'αυτών προσκολλημένα πάνω σε στερεή επιφάνεια. |
Enzyme | Ενζυμο | Ειδικές πρωτεΙνες ή πολύπλοκες οργανικές ενώσεις που αποτελούνται απο πολυμερή αμινοξέων και δρούν ως καταλύτες στις χημικές αντιδράσεις που λαμβάνουν χώρα στο μεταβολισμό. | |
Enzyme Multiplied Immunoassay Technique | EMIT | Aνοσοενζυμική ενισχυμένη μέθοδος | Ομογενής ανοσοενζυμική μέθοδος για τον προσδιορισμό φαρμακευτικών ουσιών. |
Eosin | Εωσίνη | Χρωστική που βάφει ρόζ τα νεκρά σπερματοζωάρια. | |
Eosin-nigrosin | Eωσίνη-νεγροσίνη | Χρώση που διαχωρίζει τα νεκρά από τα ζωντανά σπερματοζωάρια. | |
Epidermoid carcinoma | Επιδερμοειδές καρκίνωμα | Προέρχεται από το βρογχικό επιθήλιο, το οποίο έχει υποστεί προοδευτικά μεταβολές, διακρινόμενες από την πλακώδη μεταπλασία, τη δυσπλασία και το καρκίνωμα in situ, πριν από την ανάπτυξη της χωροκατακτητικής εξεργασίας. | |
Epididymis | Επιδιδυμίδα | Όργανο του ανδρικού αναπαραγωγικού συστήματος που μεταφέρει το σπέρμα και παράγει έκκριμα με θρεπτικές ουσίες για τα σπερματοζωάρια. | |
Epilepsy | Επιληψία | Μια ομάδα από διαφορετικές διαταραχες που έχουν ως κοινό σημείο τους επαναλαμβανόμενους παροξισμούς και ανώμαλη εκφόρτωση εγκεφαλικών νευρώνων . | |
Epiphysis | Επίφυση | Κάθε άκρο ενός μακρού οστού | |
Epithelial cells | Επιθηλιακά κύτταρα | Κύτταρα που επενδύουν τα τοιχώματα εσωτερικών οργάνων. | |
Epithelium cylinders | Eπιθηλιακοί κύλινδροι | Πρωτεινικοί κύλινδροι που περιέχουν επιθηλιακά κύτταρα στα ούρα. | |
Epitope | Επίτοπος | Η θέση πάνω στο αντιγόνο που προορίζεται για ένωση με το αντίσωμα. | |
Epstein-Barr virus | EBV | Ιός Epstein-Barr | Ο ιός αυτός προκαλεί ένα κλινικό σύνδρομο που λέγεται λοιμώδης μονοπυρήνωση ή ασθένεια του φιλιού. |
Equation | Εξίσωση | Ισότητα στην οποία ζητούμε τις τιμές που πρέπει να λάβουν οι μεταβλητές, ώστε να αληθεύει. | |
Equipment | Eqpt | Εξοπλισμός | Εργαλεία και αντικείμενα που χρησημοποιούνται σε ένα εργαστήριο. |
Erlenmeyer flask | Κωνική φιάλη ή φιάλη Erlenmeyer | Κωνική φιάλη που χρησιμοποιείται για τη παρασκευή και θέρμανση διαλυμάτων. | |
Erythrocyte Sedimentation Rate | ESR | Ταχύτητα καθίζησης ερυθρoκυττάρων | Εξέταση που πραγματοποιείται σε δείγμα αίματος με σκοπό τον προσδιορισμό ενός ή περισσοτέρων παθήσεων και την παρακολούθηση της εξέλιξης της ασθένειας ή την έκβαση της θεραπείας. |
Erythrocyte volume fraction | EVF | Αιματοκρίτης | Το ποσοστό των ερυθροκυττάρων στο ολικό αίμα. |
Erythropenia | Ερυθροπενία | Έλλειψη ερυθροκυττάρων | |
Erythropoietin | Eρυθροποιητίνη | Γλυκοπρωτεϊνη που παράγεται στα νεφρά κι επιδρά στον μυελό των οστών. | |
Estimated Gromerular Filtration | eGFR | Ρυθμός σπειραματικής διήθησης | Ο ρυθμός διήθησης του αίματος από τα νεφρά. |
Estradiol | E2 | Οιστραδιόλη | Oρμόνη που επηρεάζει την αναπαραγωγική και σεξουαλική λειτουργία. |
Ethanol | Αιθανόλη (οινόπνευμα) | Χημική ένωση με μοριακού τύπου CH3CH2OH, που χρησιμεύει ως διαλύτης και μονιμοποιητικό μέσο. | |
Ethidium bromide | EtBr | Βρωμιούχο αιθίδιο | Χημική ένωση που παρεμβάλεται σε μόρια DNA/RNA και χρησιμοποιείται ως φθορίζουσα σήμανση κατά την ηλεκτροφόρηση, ισχυρά μεταλαξογόνο. |
Examination | Εξέταση | Ιατρική διερεύνηση της κατάστασης της υγείας κάποιου ασθενούς. | |
Examination request | Παραπεμπτικό της εξέτασης | Ειδικό έγγραφο με το οποίο ο γιατρός παραπέμπει τον ασθενή για εξετάσεις ή σε άλλον γιατρό. | |
Excessive turbid urine | Έντονα θολή όψη ούρων | H έντονη αδιαφάνεια των ούρων που μπορεί να οφείλεται στη παρουσία αλάτων ή μικροοργανισμών σε αυτά. | |
Excretion | Απέκκριση | Αποβολή ουσιών μέσω απέκκρισης. | |
Excretion | Έκκριση | Παραγωγή ουσιών που αποχετεύονται είτε στο αίμα είτε στο εσωτερικό του σώματος. | |
Exophthalmos | Εξόφθαλμο | Προεξέχοντα μάτια. | |
External quality assesment | EQA | Εξωτερική αξιολόγηση ποιότητας | Σύστημα αξιολόγησης εργαστηριακής απόδοσης χρησημοποιόντας εξωτερική αντιπροσωπία. |
Extractable Nuclear Antigens | ENA | Αντίγονα εκχύλισης του πυρήνα των κυττάρων. | Oι επιμέρους τύποι των αντιπυρηνικών αντισωμάτων (ΑΝΑ). |
Extra-uterin | Έξω-μήτρια | Η γονιμοποίηση ενός ωαρίου που εμφυτεύεται έξω από την μήτρα. | |
Exudate | Εξίδρωμα | Παθολογικό οιδηματικό υγρό υψηλής συγκέντρωσης σε πρωτεΐνες. | |
Eyepiece lens | Προσοφθάλμιος φακός | Φακός όπου τοποθετούνται τα μάτια του παρατηρηστή και μέσω αυτού γίνεται η μικροσκοπική παρατήρηση |
Τελευταία ενημέρωση: Σάββατο Σεπτεμβρίου 19, 2015