Galactorrhea   Γαλακτόρροια Η αυθόρμητη έκκριση γάλακτος από το στήθος που δεν σχετίζεται με το θηλασμό ή τη γέννα.
Gallbladder   Χολυδόχος κύστη Μεμβρανώδης σάκος κάτω από την επιφάνεια του ήπατος που χρησιμεύει για την αποθήκευση της χολής στα μεσοδιαστήματα μεταξύ των γευμάτων.
Gallstone   Χολόλιθος Λίθος που αναπτύσσεται μέσα στην κοιλότητα της χοληδόχου κύστης.
Gamma-glutamyl transferase GGT Γαμμα-γλουταμυλ-τρανσφεράση  Ένζυμο το οποίο καταλύει τη μεταφορά τμήματος της γλουταθειόνης σε έναν δέκτη που μπορεί να είναι ένα αμινοξύ, ένα πεπτίδιο ή νερό.
Gas plasma technology   Τεχνολογία αερίου πλάσματος  
Gastoscopy   Γαστροσκόπηση Ενδοσκοπική εξέταση του πεπτικού συστήματος.
Gastrin GAS Γαστρίνη Πεπτιδική ορμόνη που διεγείρει την έκκριση γαστρικού οξέος στο στομάχι
Gastroenteritis   Γαστρεντερίτιδα Νόσος που χαρακτηρίζεται από φλεγμονή του γαστρεντερικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένου του στομάχου και του λεπτού εντέρου.
Gastroesophageal reflux GERD Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση Χρόνια νόσος του πεπτικού που οφείλεται στην παλινδρόμηση όξινου γαστρικού περιεχομένου στον οισοφάγο, το οποίο συνιστά σύμπτωμα ή και βλάβη του οισοφαγικού βλεννογόνου.
Gastrointestinal tract   Γαστρεντερικό σύστημα Βασικό ανατομικό σύστημα του οργανισμού, τόσο του ανθρώπου όσο και των ζώων. Βασικός τους ρόλος είναι η δίοδος, πέψη, χρήση και αποβολή της τροφής.
Gastroparesis   Γαστροπάρεση Καθυστερημένη γαστρική κένωση, λόγω μερικής παράλυσης του στομάχου.
Gaucher Disease   Νόσος Gaucher Kληρονομική γεννετική διαταραχή που οφείλεται σε έλλειψη του ενζύμου γλυκοσερεβροσιδάση.
Gene   Γονίδιο  Η βασική μονάδα της κληρονομικότητας, αποτελούμενη από DNA, τον κώδικα για συγκεκριμένες πρωτεΐνες.
Gene mutation   Γενετική μετάλλαξη Αλλαγή στην αλληλουχία των βάσεων ενός γονιδίου που οδηγεί σε επιπλοκές του προϊόντος αυτού του γονιδίου.
Genetic blueprint   Γενετικό αποτύπωμα Η γενετική ταυτότητα του κάθε ατόμου και αποτελείται από χαρακτηριστικά τμήματα του γενετικού υλικού που είναι μοναδικά σε κάθε άτομο.
Genome   Γονιδίωμα Το σύνολο του γενετικού υλικού που βρίσκεται σε ένα κύτταρο.
Genotype   Γονότυπος Γενετική ιδιοσυστασία αλληλόμορφων γονιδίων σε ένα κυτταρό ή έναν οργανισμό για ένα συγκεκριμένο γνώρισμα.
Gentamicin   Γενταμικίνη Αμινογλυκοσιδικό αντιβιοτικό που χρησιμοποιείται σε βακτηριακές λοιμώξεις
Germs   Μικροοργανισμοί Φυσιολογικοί ή παθολογικοί μκροσκοπικοί αυτόνομοι ή μη οργανισμοί.
Gestation    Εγκυμοσύνη  Είναι η εννεάμηνη περίοδος όπου το έμβρυο αναπτύσσεται μέσα στην μήτρα της μητέρας. 
Ghost cell   Κύτταρο φάντασμα Ισομορφικό ερυθροκύτταρο.
Giardiasis    Λαμβλίαση Λοίμωξη από το μαστιγοφόρο πρωτόζωο Giardia lamblia.  
Gland   Αδένας Κάθε όργανο που παράγει ουσίες στον οργανισμό.
Glass cylinder   Ογκομετρικός κύλινδρος Γυάλινο σκεύος για την μέτρηση του όγκου διαλυμάτων μεγέθους από 10 mL μέχρι 2 L.
Glass slides   Αντικειμενοφόρος πλάκα Μικρή γυάλινη πλάκα όπου πάνω της τοποθετείται το παρασκεύασμα που θα παρατηρηθεί στο μικροσκόπιο.
Glassware   Γυάλινα σκεύη Γυάλινα σκεύη που χρησιμοποιούνται κυρίως για την μέτρηση όγκων διαλυμάτων ή την δημιουργία τους.
Gliadin   Γλοιαδίνη Μία μη υδατοδιαλυτή πρωτεϊνη που βρίσκεται στην γλουτένη του σιταριού.
Glomerular cells   Ακανθοκύτταρα Μικρά ερυθρά αιμοσφαίρια με ακανόνιστο σχήμα και επιφάνεια που χαρακτηρίζεται από βαθιές εσοχές και εξοχές.
Glomerular Filtration Rate GFR Ρυθμός σπειραματικής διήθησης Παράμετρος για την ποσοτική εκτίμηση της λειτουργίας των νεφρών.
Glomerular nephritis ή glomerulonephritis GN Σπειραματική Νεφρίτιδα Φλεγμονή των σπειραμάτων του νεφρού
Glomerulus   Νεφρικό σπείραμα Δίκτυο από τριχοειδή αγγεία που εκτελεί το πρώτο βήμα του φιλτραρίσματος του αίματος.
Glucohemia   Υπεργλυκαιμία Υπερβολική ποσότητα γλυκόζης στο αίμα.
Gluconeogenesis   Γλυκονεογένεση Η  συγκεκριμένη βιοχημική διεργασία της παραγωγής γλυκόζης εκ της μετατροπής του πυροσταφυλικού οξέος.
Glucosamine   Γλυκοζαμίνη Αμινοσάκχαρο το οποίο ειναι προεξέχων πρόδρομος στη βιοχημική σύνθεση γλυκοζυλιωμένων πρωτεϊνών και λιπιδίων.
Glucose   Γλυκόζη Σάκχαρο, το οποίο ανήκει στις εξόζες και είναι απαραίτητη τροφή του εγκεφάλου.
Glucose oxeidase GOD Γλυκοζο-οξειδάση Ένζυμο που καταλύει την οξείδωση της γλυκόζης σε υπεροξείδιο του υδρογόνου και D-γλυκονο-δ-λακτόνη.
Glucose tolerance test GTT Τεστ ανοχής γλυκόζης Διαγνωστική δοκιμασία του σακχαρώδη διαβήτη ή του προδιαβήτη με χορήγηση γλυκόζης.
Glutamate dehydrogenase GLDH Γλουταμινική δεϋδρογενάση  Ένζυμο, που υπάρχει στα περισσότερα μικρόβια και τα μιτοχόνδρια των ευκαρυωτικών κυττάρων.
Glutamic acid GLU Γλουταμικό οξύ Είναι ένα αμινοξύ το οποίο παράγεται και από τον ανθρώπινο οργανισμό, βρίσκεται σε πολύ μεγάλες ποσότητες τόσο στα διάφορα τρόφιμα, ακόμη και στο μητρικό γάλα και μεταβολίζεται από τον οργανισμό παράγοντας γλουταθειόνη και συμμετέχει στο μεταβολισμό των υδατανθράκων και των αμινοξέων.
Glutamic oxaloacetic transaminase GOT Γλουταμινική-οξαλοξεική τρανσαμινάση Ένζυμο του οποίου η συγκέντρωση αυξάνεται σε ηπατικές νόσους, συνθλιπτικές ιστικές βλάβες, ιστική υποξαιμία και έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Glutaraldehyde   Γλουταραλδεύδη Ένζυμο που χρησιμοποιείται στις ανοοσοενζυμικές μεθόδους για την ένωση ενζύμων και αντισωμάτων.
Gluten   Γλουτένη Πρωτεϊνη του ενδοσπερμίου του σιταριού, κριθαριού και σίκαλης, η οποιά αποτελείται από γλοιαδίνη και γλουτελίνη.
Glycagon   Γλυκαγόνη Πεπτιδική ορμόνη που παράγεται στο πάγκρεας, από τα α-κύτταρα στα νησίδια του Langerhans και έχει ως κύρια λειτουργία την αύξηση της συγκέντρωσης της γλυκόζης στο αίμα.
Glycerylphosphoryl choline   Φωσφατιδυλχολίνη  
Glycolipids   Γλυκολιπίδια Ολιγοσακχαρίτες ομοιοπολιτικά προσδεδεμένοι σε λίπη (π.χ.γλυκοσφιγγολιπίδια) και απαντούν συνήθως στην πλασματική μεμβράνη.
Glycosidases   Γλυκοσιδάσες  Ομάδα ενζύμων που θραύουν στους ολιγοσακχαρίτες τις τελικές γλυκόζες.
Glycosuria    Γλυκοζουρία  Η ύπαρξη γλυκόζης στα ούρα. 
Glycosylated hemoglobin ΗbA1c Γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη Μια μορφή φυσιολογικής αιμοσφαιρίνης που προέρχεται από την χημική της ένωσή της με τη γλυκόζη και χρησιμοποιείται στη διάγνωση και παρακολούθηση του διαβήτη.
Glykolipid   Γλυκολιπίδιο Μεμβρανικό λιπίδιο που φέρει μια μικρή υδατανθρακική αλυσίδα συνδεδεμένη με μια υδρόφοβη ουρά.
Goiter   Βρογχοκήλη Διόγκωση του θυρεοειδή αδένα.
Golgi apparatus   Σύστημα Golgi Oργανίδιο που βρίσκεται στα περισσότερα ευκαρυωτικά κύτταρα είναι τμήμα του ενδοπλασματικού δικτύου και πακετάρει τις πρωτεΐνες σε κυστίδια με μεμβράνη, εντός του κυττάρου, πριν τα κυστίδια αυτά να αποσταλούν στον προορισμό τους.
Gonadotropins   Γοναδοτροπίνες Οι ορμόνες LH και FSH που παίζουν βασικό ρόλο στη λειτουργία των γονάδων (όρχεις, ωοθήκες) για την παραγωγή των γαμετικών κυττάρων (σπερματοζωάρια, ωάρια).
Gonorrhea   Γονόρροια Kοινό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα που οφείλεται σε λοίμωξη από το βακτήριο Ναϊσσέρια της γονόρροιας (Neisseria gonorrhoeae).
Gouty arthritis ή gout   Ουρική αρθίτιδα  Πάθηση των αρθρώσεων, αποτέλεσμα εναπόθεσης σε αυτές κρυστάλλων ουρικού μονονατρίου, λόγω υπερκορεσμού του αρθρικού υγρού σε ουρικό οξύ.
Gradial immunodiffusion GDD Διπλή ανοσοδιάχυση  
Graduated pipet   Βαθμονομημένη πιπέττα Γυάλινο ή πλαστικό σιφώνιο μεταφοράς όγκου που φέρει ογκομετρική κλίμακα στο πλαί της.
Gram stain   Χρώση κατά Gram Χρώση που χρωματίζει βακτήρια σύμφωνα με το αν έχουν στρώση πεπτιδογλυκάνης
Granular casts   Κοκκώδεις κύλινδροι  
Granulocytes   Κοκκιοκύτταρα Μικροφάγα φαγοκύτταρα, μέρος του ανοσοποιητικού, που προέρχονται από τα μονοπύρηνα
Granuloma    Κοκκίωμα Μια φλεγμονώδης απάντηση που συμβαίνει, όταν τα μακροφάγα αδυνατούν να καταστρέψουν ξένες ουσίες που έχουν εισέλθει ή εισβάλει στους ιστούς του οργανισμού. 
Graves ophthalmopathy   Οφθαλμοπάθεια Graves Συσσώρευση ιστού πίσω από τα μάτια και οπισθοχώριση βλεφάρων.
Growth hormone GH Αυξητική ορμόνη Πεπτιδική ορμόνη που σχετίζεται με την κυτταρική αύξηση και διαίρεση.
Guanine G Γουανίνη Αζωτούχος βάση (πουρίνη) που συμμετέχει στη δομή των νουκλεικών οξέων DNA/RNA.
Gynecologist ή Obstretician   Γυναικολόγος Ειδικευμένος γιατρός που ασχολείται με παθολογικές καταστάσεις των γυναικών καθώς και με την εγκυμοσύνη - τοκετό.

 

Τελευταία ενημέρωσηΣάββατο Σεπτεμβρίου 19, 2015