Naproxen   Ναπροξένη Μη ναρκωτικό αντιφλεγμονώδες φάρμακο με σημαντική αντιφλεγμονώδη και αντιπυρετική δράση.
Nasal congestion   Ρινική συμφόρηση Κατάσταση που χαρακτηρίζεται από ρινικό έκκριμα και αδυναμία αναπνοής.
Nasopharynx   Ρινοφάρυγγας  Το πάνω μέρος του φάρυγγα, που συνδέεται με την ρινική κοιλότητα πάνω από τη μαλακή υπερώα.
Natural Killer NK Φυσικά φονικά κύτταρα  
Nausea    Ναυτία Αίσθημα δυσφορίας/ βάρους ή ζάλης στο κεφάλι και το στομάχι, συνοδευόμενο από τάση για εμετό.
Neck   Aυχένας Το πίσω μέρος του λαιμού (ανθρώπου ή ζώου)· τράχηλος, σβέρκος.
Necrosis    Νέκρωση Θάνατος κυττάρων, ιστών, ή οργάνων. 
Necrospermia   Νεκροσπερμία Όρος που χαρακτηρίζει δείγματα σπέρματος με συντριπτικό ποσοστό νεκρών σπερματοζωαρίων.
Needle   Βελόνα Αιχμηρό αποστειρωμένο αντικείμενο που χρησιμοποιείται για την έγχυση φαρμάκων ή την αιμοληψία.
Nefelometry   Nεφελομετρία Μέθοδος προσδιορισμού μικρού μεγέθους πρωτεινών μετά από την ένωσή τους με αντισώματα.
Neoplasia   Νεοπλασία Ανώμαλος πολλαπλασιασμός των κυττάρων που οδηγεί στον σχηματισμό όγκου.
Neoplasm   Νεόπλασμα Μια ανώμαλη μάζα ιστού που είναι αποτέλεσμα ανώμαλου πολλαπλασιασμού των κυττάρων.
Nephrolithiasis   Νεφρολιθίαση Λίθος στα νεφρά που προκαλεί κωλικούς κοντά στη ζώνη της σπονδυλικής στήλης ή κοντά στην περιοχή των γεννητικών οργάνων.
Nephronas   Νεφρώνας Ανατομική και λειτουργική μονάδα του νεφρού.
Nephronopthisis   Νεφρονόφθιση Νόσος εκφύλισης του νεφρού.
Nephroptosis   Νεφρόπτωση Νόσος παρεκτόπισης του νεφρού σε χαμηλότερη θέση στην κοιλία
Nephrotic syndrome NS Νεφρωσικό Σύνδρομο Πάθηση του σπειραματικού διηθήματος μία από τις βασικές αιτίες νεφρικής  νόσου.
Nervous System   Νευρικό Σύστημα To σύστημα μετάδοσης εντολών μέσω νευρικών κυττάρων στον οργανισμό.
Neural Tube Defects NTD Ελλείματα νωτιαίου σωλήνα Μία εκ γενετής δυσμορφία, η οποία οδηγεί σε νοσηρότητα ή και θάνατο.
Neurofibrillary tangles NFTs Νευροϊνιδιακοί κόμβοι Πυκνή διάταξη ελικοειδών νηματιών που περιέχουν την πρωτεΐνη tau και την ουβικιτίνη. 
Neuron   Νευρώνας Το κύτταρο που αποτελεί δομικό μέρος και λειτουργική μονάδα του νευρικού συστήματος.
Neurotrasmitter   Νευροδιαβιβαστής Ενδογενής χημικές ουσίες που μεταδίδουν σήματα από έναν νευρώνα σε ένα κύτταρο στόχο μέσα στην σύναψη.
Neutralisation   Εξουδετέρωση Αντίδραση ενός οξέος με μια βάση, οπότε σχηματίζεται άλας και νερό. Γενικό σχήμα: Οξύ + βάση → άλας + νερό
Neutropenia   Ουδετεροπενία Παθολογική κατάσταση κατά την οποία μειώνοναι τα ουδετερόφιλα του αίματος.
Neutrophil granulocyte NEUT Oυδετερόφιλο πολυμορφοπύρηνο Kύτταρο της λευκής σειράς που συμμετέχει στην άμυνα του οργανισμού
Neutrophilia   Ουδετεροφιλία Παθολογική κατάσταση κατά την οποία αυξάνονται τα ουδετερόφιλα του αίματος.
Newborn   Νεογέννητο Το παιδί αμέσως μετά την γέννησή του.
Nigrosin   Νιγκροσίνη Χρωστική που χρησιμοποιείται μαζί με την εωσίνη για το προσδιορισμό της ζωτικότητας των σπερματοζωαρίων.
Nipple   Θηλή Μικρή φουσκωτή προεξοχή οργάνου π.χ. του μαστού.
Nissl Bodies   Σωμάτια Nissl Κοκκώδη σώματα μεταβλητού μεγέθους, που βρίσκονται στο κυτταρικό σώμα και τους δενδρίτες του νευρώνα.
Nitrate   Νιτρικά  
Nitrite   Νιτρώδη  
Nitro-phenol phosphate NPP Φωσφορική p-νιτροφαινόλη Yπόστρωμα ανοσοενζυμικών προσδιορισμών.
Noctalalbuminuria    Νυκτερινή αλβουμινουρία  Παθολογική κατάσταση με αυξημένη ποσότητα αλβουμίνης στα ούρα κατά τις βραδυνές ώρες.
Noctural emission    Ονείρωξη Η εκπερμάτιση που γίνεται κατά τη διάρκεια του ύπνου του άνδρα.
Noctural enurisis   Νυκτερινή ενούρηση  Παθολική κατάσταση της ακούσιας ούρησης κατά την διάρκεια του ύπνου του.
Noctural hemoglobinuria   Νυκτερινή αιμοσφαιρινουρία  Σπάνια διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση παροξυσμικής αιματουρίας στα πρωινά ούρα.
Nocturia   Νυκτουρία  Κατάσταση κατά την οποία απεκκρίνεται μεγάλη ποσότητα αμμωνίας στα ούρα.
Nodule   Οζίδιο Μικρός όζος.
Non-competitive method   Μη ανταγωνιστική μέθοδος  
Nontuberculous Mycobacteria NTM Μη φυματιώδη μυκοβακτήρια Όλα τα μυκοβακτηρίδια εκτός από το μυκοβακτήριο της φυματίωσης (mycobacterium tuberculosis) και το μυκοβακτήριο της λέπρας (mycobacterium leprae).
Non-vital   Μη ζωντανά Όρος που αντιστοιχεί σε νεκρά σπερματοζωάρια.
Normal Flora   Φυσιολογική χλωρίδα Είναι το σύνολο των οργανισμών που αποικίζουν με φυσικό τρόπο στον οργανισμό και δεν προκαλούν βλάβη.
Normal forms   Φυσιολογικές μορφές Ο όρος αναφέρεται πολλές φορές στις φυσιολογικές μορφές κυττάρων.
Normozoospermia   Νορμοσπερμία Το φυσιολογικό σπέρμα δηλαδή το σπέρμα που όλοι οι παράμετροί του βρίσκονται εντός φυσιολογικών πλαισίων.
Norovirus   Νοro-ιός Ιός που ανήκει στην οικογένεια των Calici-ιών και ευθύνεται για επιδημίες διαρροϊκών συνδρόμων.
Northern blotting   Ειδική ανοσοαποτύπωση για την μελέτη RNA  
Nozzle   Ρύγχος Το ακραίο εμπρόσθιο τμήμα ενός οργάνου ή εργαλείου.
Nucleolus   Πυρηνίσκος Η μεγαλύτερη δομή στον πυρήνα των ευκαρυωτικών κυττάρων όπου χρησιμεύει κυρίως ως περιοχή της σύνθεσης και συναρμολόγησης του ριβοσώματος.
Nucleotides   Νουκλεοτίδια Οργανικά μόρια, τα οποία χρησιμοποιούνται ως υπομονάδες για τη σύνθεση των νουκλεϊκών οξέων (DNA RNA).
Nucleus   Πυρήνας Οργανίδιο που περικλείεται από μεμβράνη, βρίσκεται στα ευκαρυωτικά κύτταρα και περιέχει το περισσότερo  γενετικό υλικό του κυττάρου.
Nutrient media    Θρεπτικά υποστρώματα  Υλικό που παρέχει το κατάλληλο θρεπτικό περιβάλλον για την προώθηση της ανάπτυξης των μικροοργανισμών 
Nutrition Supplements   Συμπληρώματα διατροφής Διατροφικά προϊόντα, με σκοπό την συμπλήρωση της συνήθους δίαιτας.
Nutritionist    Διατροφολόγος  O εκπαιδευμένος επιστήμονας στην διατροφή και στο σχεδιασμό συγκεκριμένων διαιτολογίων ή μενού.

 

Τελευταία ενημέρωσηΣάββατο Σεπτεμβρίου 19, 2015