Xenobiotic | Ξενοβιοτική ουσία | Χημική ένωση, παρούσα σε οργανισμό τη στιγμή που φυσιολογικά δεν παράγεται από αυτόν ή που δεν θα έπρεπε να βρίσκεται σε αυτόν. | |
X-inactivation | Χ-αδρανοποίηση | Διαδικασία κατά την οποία ένα από τα δύο αντίγραφα του Χ χρωμοσώματος που βρίσκεται στα θηλυκά θηλαστικά αδρανοποιείται. | |
X-rays | Ακτίνες Χ | Αόρατη ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία που διαπερνά στερεά σώματα και φωτογραφίζει το εσωτερικό τους. |
Τελευταία ενημέρωση: Σάββατο Σεπτεμβρίου 19, 2015